Αριθμός 306/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………… ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………………, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Με την από 10.2.2023 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2023) Πράξη της Εφέτου Σταυρούλας Λιακέα, -μετά και από την συνημμένη από 2.2.2023 σχετική αίτηση της Δικηγόρου Αθηνών, ………….- ζητείται η αυτεπάγγελτη διόρθωση κατ΄ άρθρο 315 επ ΚΠολΔ, της υπ΄ αριθμ. 40/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως προς το λάθος που περιέχεται σε αυτή. Δικάσιμος της ως άνω υπόθεσης ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την διάταξη του άρθρου 315 του ΚΠολΔ ορίζεται ότι αν από παραδρομή κατά την σύνταξη της απόφασης περιέχονται λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, το Δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να την διορθώσει με νέα απόφαση του. Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι αντικείμενο διόρθωσης δεν αποτελούν διαγνωστικά σφάλματα του Δικαστηρίου, αλλά μόνο ακούσιες πλημμέλειες που παρεισφρύουν κατά την σύνταξη ή την καθαρογραφή της αποφάσεως (ΑΠ 1595/2003 ΕλλΔνη 45,724). Τα ως άνω σφάλματα πρέπει να είναι πρόδηλα, δηλαδή να προκύπτουν από το κείμενο της απόφασης και των στοιχείων που ορίζουν το περιεχόμενο αυτής ή από τα πρακτικά ή από τις προτάσεις ή τα δικόγραφα των διαδίκων, έτσι ώστε να αποκλείεται η διόρθωση με βάση νέα στοιχεία {Κ. Μπέης, Πολιτική Δικονομία, σελ. 1287, ΑΠ 251/2004 ΕλλΔνη 46,407, ΑΠ 1856/1999 ΕλλΔνη 41,1307, ΑΠ 480/1980 ΝοΒ 29,691). Η αιτία της παραδρομής είναι αδιάφορη. Μπορεί να οφείλεται σε αμέλεια του Δικαστηρίου ή των διαδίκων, ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους (ΕφΑΘ 6113/1993 ΑρχΝ 1995,45). Διόρθωση μπορεί να γίνει, μεταξύ άλλων, και σφαλμάτων που περιέχονται στο προεισαγωγικό τμήμα της αποφάσεως, και συνεπώς μπορεί να διορθωθεί η απόφαση ως προς τα ονόματα ή τα λοιπά στοιχεία ταυτότητας των διαδίκων, των τυχόν νομίμων αντιπροσώπων τους ή των πληρεξουσίων δικηγόρων (ΑΠ 251/2004, ΑΠ 1856/1999 εα), ή ως προς το αντικείμενο ή τον αριθμό του τμήματος που εξέδωσε την προς διόρθωση απόφαση, εφόσον τα στοιχεία αυτά αναγράφηκαν κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβή. H διόρθωση γίνεται με βάση το σύνολο της αποφάσεως και τα στοιχειά γενικά της δίκης από τα οποία ρυθμίζεται το περιεχόμενο της. Αντίθετα διόρθωση δεν επιτρέπεται όταν τα σφάλματα που αποδίδονται στην απόφαση αναφέρονται στην ερμηνεία ή στην εφαρμογή ουσιαστικής διατάξεως νόμου ή στην εκτίμηση των αποδείξεων, διότι τούτο θα οδηγούσε σε αναδίκαση της υποθέσεως, σε προσβολή του δεδικασμένου, και δεν θα επέφερε απλώς ορθή διατύπωση εκείνου που θέλησε το δικαστήριο και το οποίο προκύπτει είτε από το περιεχόμενο της ιδίας της αποφάσεως, είτε και από τα δικόγραφα και τις προτάσεις των διαδίκων, στα οποία αναφέρεται η απόφαση (Α.Π. 1703/2006, ΝοΒ 55, 672, ΑΠ 1595/2003 Ελ.Δ/νη 45, 724, Α.Π. 1336/1991 Ελ.Δ/νη 33, 1477). Και τούτο διότι με τη διόρθωση σκοπείται η αποσαφήνιση της διατύπωσης της απόφασης και η αποτύπωση του αληθούς περιεχομένου της, χωρίς να αλλοιώνεται η έννοια της, ούτε να προσβάλλεται το δεδικασμένο που απορρέει από αυτήν, ενώ αντικείμενο της δεν αποτελούν διαγνωστικά σφάλματα του δικαστηρίου, που αναφέρονται στην ερμηνεία ή στην εφαρμογή ουσιαστικής διάταξης καθώς και στην εκτίμηση των αποδείξεων και που αίρονται μόνο με την οδό των ενδίκων μέσων, αλλά ακούσιες πλημμέλειες, που παρεισφρύουν κατά τη σύνταξη ή την καθαρογραφή της απόφασης (ΑΠ 1595/2003 ΕλλΔνη 2004,724). Η συζήτηση της αιτήσεως διορθώσεως γίνεται κατά την διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η απόφαση της οποίας διώκεται η διόρθωση και αφού κληθούν οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν την συζήτηση όλοι οι διάδικοι, που αναφέρονται στην απόφαση (άρθρο 318 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Η διάταξη αυτή η οποία αποτελεί ειδική εφαρμογή της αρχής της «εκατέρωθεν ακροάσεως» πρόδηλο έχει σκοπό την προστασία των συμφερόντων των διαδίκων, οι οποίοι μετείχαν στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση και στους οποίους πρέπει να δίδεται η ευχέρεια, να διατυπώσουν προσηκόντως και νομοτύπως τις απόψεις του περί του θέματος της διορθώσεως. Στην περίπτωση όμως κατά την οποία οι μη κληθέντες και μη παραστάντες διάδικοι της αρχικής δίκης δεν έχουν άμεσο ή έμμεσο έννομο συμφέρον από τη διωκόμενη διόρθωση της αποφάσεως, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της από παραδρομή εσφαλμένης αναγραφής, στο προεισαγωγικό τμήμα της αποφάσεως, του ονόματος του παρασταθέντος πληρεξουσίου δικηγόρου, δεν πρέπει να αναβάλλεται η συζήτηση για να κληθούν οι διάδικοι της υπό διόρθωση απόφασης και η συζήτηση προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (ΑΠ 1856/1999 ε.α). Αρμόδιο δε Δικαστήριο είναι, σύμφωνα με την προμνησθείσα διάταξη του άρθρου 315 του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, της οποίας διώκεται η διόρθωση.
Από την προσκομιζόμενη από 22.3.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς ………… στον αντίκλητο του εκκαλούντα …….. και την προσκομιζόμενη από 3.3.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς …………. στην αντίκλητο της εφεσιβλήτου ……….. , προκύπτει ότι οι διάδικοι που αναφέρονται στην υπό διόρθωση απόφαση κλήθηκαν κατ’ άρθρο 318 παρ. 1 του ΚΠολΔ για να παραστούν κατά τη συζήτηση της οίκοθεν διόρθωσης στη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσα. Αυτοί δεν παραστάθηκαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της και δεν πήραν μέρος στη συζήτηση, η συζήτηση όμως θα προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 318 παρ. 2 του ΚΠολΔ, και δε θα οριστεί παράβολο ερημοδικίας στο διατακτικό της παρούσας διότι η παρούσα απόφαση δεν προσβάλλεται με ανακοπή ερημοδικίας (άρθρο 319 του ΚΠολΔ).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου η από 10.2.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……../2023 πράξη της Εφέτη, Σταυρούλας Λιακέα, για αυτεπάγγελτη διόρθωση της με αριθμό 40/2023 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου που εκδόθηκε επί της από 15.9.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2020 έφεσης του εκκαλούντος ………… κατά της εφεσιβλήτης ……………… Με αυτή αιτείται την οίκοθεν διόρθωση της με αριθμό 40/2023 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου ως προς την εσφαλμένη αναγραφή στην σελίδα 1 στοίχος 12ος από το εσφαλμένο αναγραφέν <<…..>> στο ορθό <<……..Rd>>, στην σελ. 2 στοίχος 27ος από το εσφαλμένο <<15.9.2005>> στο ορθό <<15.9.2020>> και στίχος 29ος αντί του εσφαλμένου <<…../17.6.2020>> στο ορθό <<……/17.7.2020>>, στη σελ. 8 στίχος 30ος αντί του εσφαλμένου <<εμβαδού 240,14 τ.μ>. στο ορθό εμβαδού <<240,24 τ.μ>>, στη σελ. 11 στίχος 4ος αντί του εσφαλμένου << του καταστήματος>> στο ορθό που είναι <<της οικίας>>. Η κρινόμενη αίτηση εισάγεται κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας στο καθ’ύλην αρμόδιο Δικαστήριο και είναι νομικά βάσιμη, με έρεισμα στις διατάξεις που προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κι ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.
Από τα έγγραφα που τέθηκαν οίκοθεν υπόψη του παρόντος Δικαστηρίου και ειδικότερα από το κείμενο της υπ’ αριθ. 40/2023 οριστικής απόφασής του και τα ταυτάριθμα με αυτήν πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, προκύπτουν τα εξής: Επί της από 15.9.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2020 έφεσης του εκκαλούντος ………κατά της εφεσιβλήτης ………….., εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 40/2023 απόφασή του Δικαστηρίου αυτού. Από την επισκόπηση των προσκομιζόμενων δικογράφων της έφεσης και της υπό διόρθωση απόφασης αποδεικνύεται ότι πράγματι σε αυτή αναγράφηκε εσφαλμένα από καθαρή παραδρομή στην σελίδα 1 στοίχος 12ος το εσφαλμένο <<……….>> αντί του ορθού <<……… Rd>>, στην σελ. 2 στοίχος 27ος το εσφαλμένο <<15.9.2005>> αντί του ορθού <<15.9.2020>> και στίχος 29ος το εσφαλμένο <<…/17.6.2020>> αντί του ορθού <<…../17.7.2020>>, στη σελ. 8 στίχος 30ος το εσφαλμένο <<εμβαδού 240,14 τ.μ> αντί του ορθού <<εμβαδού 240,24 τ.μ >>, στη σελ. 11 στίχος 4ος το εσφαλμένο << του καταστήματος >> αντί του ορθού που είναι <<της οικίας>>. Επομένως πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ` ουσία και διορθωθεί η με αριθμό 40/2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ως προς τα προαναφερθέντα στοιχεία σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να δοθεί παραγγελία στη γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, όπως προβεί σε σχετική σημείωση της παρούσας επί του πρωτοτύπου της ως άνω αποφάσεως που διορθώνεται (άρθρο 320 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με δικονομικά απόντες τους διαδίκους την από 10.2.2023 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……/2023 πράξη της Εφέτη, Σταυρούλας Λιακέα, για αυτεπάγγελτη διόρθωση της με αριθμό 40/2023 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς.
Διατάσσει αυτεπάγγελτα τη διόρθωση της με αριθμό 40/2023 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς ώστε να αναγραφεί στην σελίδα 1 στοίχος 12ος από το εσφαλμένο αναγραφέν <<…..>> το ορθό <<…. Rd>>, στην σελ. 2 στοίχος 27ος από το εσφαλμένο αναγραφέν <<15.9.2005>>στο ορθό <<15.9.2020>> και στίχος 29ος αντί του εσφαλμένου <<…../17.6.2020>> το ορθό που είναι <<…./17.7.2020>>, στη σελ. 8 στίχος 30ος αντί του εσφαλμένου <<εμβαδού 240,14 τ.μ> το ορθό που είναι <<εμβαδού 240,24 τ.μ >>, στη σελ. 11 στίχος 4ος αντί του εσφαλμένου <<του καταστήματος>> στο ορθό που είναι << της οικίας >>.
Παραγγέλλει στη Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, όπως προβεί σε σχετική σημείωση της παρούσας επί του πρωτοτύπου της ως άνω αποφάσεως.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 29 Μαΐου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ